titloi

19/11/19

Προπονητής και αθλητής Μια σχέση ζωής


Προπονητής και αθλητής
Μια σχέση ζωής
Σε παλαιότερο άρθρο είχαμε αναφερθεί στη σημασία του περιβάλλοντος στη ζωή των αθλητών και αθλητριών. Πιο συγκεκριμένα είχαμε αναλύσει το πόσο απαραίτητη είναι η λειτουργική συνδρομή του γονέα στην εξέλιξη και τη γενικότερη ανάπτυξη του αθλητή. Όμως, ο κάθε αθλητής και αθλήτρια δημιουργεί πολλές σχέσεις κατά τη διάρκεια της πορείας του στον κόσμο του αθλητισμού και της φυσικής άσκησης. Μέσα στα στάδια, τα γήπεδα και τις αίθουσες γυμναστικής, ο αθλητής ή η αθλήτρια κοινωνικοποιείται με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους. Δημιουργεί φιλίες και επαγγελματικές σχέσεις, έρχεται σε επαφή με ανθρώπους από άλλες κουλτούρες και αναπτύσσει συμπάθειες και αντιπάθειες. Ίσως, όμως η πιο σημαντική σχέση από όλες είναι αυτή ανάμεσα στον αθλητή/τρια και τον προπονητή/τρια.




Η σχέση αθλητή και προπονητή αποτελεί ένα από τα αγαπημένα θέματα έρευνας στους κύκλους των Αθλητικών Ψυχολόγων παγκοσμίως. Η στενή συνεργασία ανάμεσα σε αυτές τις δυο πλευρές καθώς και η δημιουργία (και η διατήρηση) μακροχρόνιων και αλληλοεξαρτώμενων σχέσεων ανάμεσα σε ανθρώπους που μπορεί να μην έχουν κανένα άλλο κοινό σημείο επικοινωνίας, εξάπτουν την περιέργεια των επιστημόνων. Το φαινόμενο της σχέσης μεταξύ αθλητή και προπονητή έχει μεγάλο ενδιαφέρον μιας και η αλληλεπίδραση αυτή έχει αντίκτυπο, όχι μόνο στην αποτελεσματικότητα της προπόνησης και την αγωνιστική εμφάνιση αλλά μπορεί να επηρεάσει, μεταξύ άλλων,  την προσωπική ικανοποίηση, τον ενθουσιασμό, τα κίνητρα αλλά και τις επιδόσεις των δύο πλευρών.
Γενικά, ως σχέση ορίζεται η ένωση ή η σύνδεση ανάμεσα σε δυο ή περισσότερους ανθρώπους που συνήθως περιλαμβάνει έναν βαθμό αλληλεξάρτησης μεταξύ τους. Οι παράγοντες που επηρεάζουν τα μέλη της ένωσης/ σύνδεσης αλλά και την ποιότητα αυτής είναι πολλοί και θα μιλήσουμε γι’ αυτούς λίγο παρακάτω. Οι σχέσεις που δημιουργούνται ανάμεσα στους ανθρώπους έχουν την ικανότητα να προωθήσουν και να επιφέρουν την πρόοδο και ανάπτυξη των ατόμων ή ακόμα και να την αποτρέψουν. Το πιο σημαντικό, λοιπόν, όταν δημιουργείται μια σχέση είναι να διασφαλιστούν η αρμονία και η σταθερότητα της και από τις δυο πλευρές προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν αρνητικές συνέπειες. Ως σχέση αθλητή και προπονητή ορίζεται η αλληλεξάρτηση των συναισθημάτων, των πράξεων αλλά και των σκέψεων του αθλητή και του προπονητή. Αθλητής και προπονητής σχετίζονται έχοντας κοινό στόχο την ανάπτυξη των ικανοτήτων και της τεχνικής κατάρτισης τους με απώτερο σκοπό την επιτυχία στο εκάστοτε άθλημα. Με απλά λόγια, η σχέση αθλητή και προπονητή είναι, στην ουσία, το όχημα που οδηγεί στην ανεπτυγμένη απόδοση, σε επιτυχημένες αθλητικές εμφανίσεις και γενικότερα θετικές και ευχάριστες εμπειρίες.

Οι παράγοντες που παίζουν ρόλο στην ανάπτυξη μιας ποιοτικής σχέσης ανάμεσα σε αθλητή και προπονητή που δουλεύει.
Εφόσον αθλητής και προπονητής συνεργάζονται αρκετά στενά, έχουν δηλαδή έναν υψηλό βαθμό αλληλεπίδρασης και αλληλεξάρτησης, είναι σημαντικό και για τους δύο να γνωρίζουν τι αναζητούν ο ένας στον άλλο ώστε να δημιουργήσουν μια αποτελεσματική σχέση. Παρακάτω θα αναφερθούμε σε τρεις από τους πιο σημαντικούς παράγοντες που επηρεάζουν την ποιότητα της σχέσης αθλητή και προπονητή.



Ατομικά και ομαδικά αθλήματα: η σχέση αθλητή και προπονητή μορφοποιείται βάσει εξωτερικών παραγόντων που σχετίζονται με το είδος του αθλήματος. Γενικά παρουσιάζεται καλύτερη συνεννόηση και διορατικότητα στο πλαίσιο ενός ατομικού αθλήματος απ’ ότι σε μια ομάδα. Αυτό συμβαίνει επειδή στα ομαδικά αθλήματα οι προπονητές αλληλεπιδρούν με ένα γκρουπ ανθρώπων ως ολότητα και έτσι οι προσωπικές/ ατομικές αλληλεπιδράσεις είναι συχνά περιορισμένες. Οπότε σε μια ομάδα αυτά που ο προπονητής λέει ή κάνει δεν έχουν απόλυτη εφαρμογή σε κάθε ένα μέλος της ομάδας. Από την άλλη στα ατομικά αθλήματα συναντάμε πιο ποιοτικές σχέσεις λόγω της στενής επαφής των δυο πλευρών. Για τον προπονητή μιας ομάδας είναι σημαντικό να  βρει το χρόνο ώστε να έρθει κοντά και να γνωρίσει τον κάθε αθλητή μέσα από επίσημες συναντήσεις αλλά και ανεπίσημες, καθημερινές συζητήσεις. Φυσικά, υπάρχουν πολλά παραδείγματα προπονητών σε ομαδικά αθλήματα που έχουν καταφέρει να έρθουν κοντά με τους παίκτες τους, έχοντας μάλιστα καταφέρει, όχι μόνο να δημιουργήσουν σχέσεις ζωής αλλά και να μετρούν πολλές επιτυχίες στον αθλητικό κόσμο.

Ανταγωνιστικό επίπεδο: στα ερασιτεχνικά επίπεδα, οι αθλητές συμμετέχουν σε κάποιο άθλημα υποκινούμενοι από εσωτερικά κίνητρα σχετικά με τη φυσική άσκηση, την απόλαυση του να περνάς χρόνο με φίλους και του να μαθαίνεις μια καινούρια δεξιότητα. Στα υψηλότερα επίπεδα οι εξωτερικοί παράγοντες όπως οι υψηλοί στόχοι είναι πιο σημαντικοί για τον αθλητή- μια διάκριση ή μια υψηλή θέση στην κατάταξη, μια νίκη, βραβεία και δόξα. Έρευνες έχουν δείξει πως ελίτ αθλητές και προπονητές που είναι πιο κοντά ο ένας στον άλλον και είναι γενικά καλύτερα συντονισμένοι, έχουν περισσότερες πιθανότητες να πετύχουν έναν κοινό στόχο ενώ αθλητές και προπονητές που είναι απόμακροι, απομονωμένοι και γενικά έχουν μια «παράφωνη» σχέση, έχουν αυξημένες πιθανότητες να μην καταφέρουν να πετύχουν τους σχετικούς με μια επιτυχημένη εμφάνιση στόχους τους.



Η εκπαίδευση και η εμπειρία του προπονητή: γενικά οι προπονητές με μεγαλύτερη επαγγελματική εμπειρία, που έχουν δουλέψει σε διαφορετικά πλαίσια και έχουν επαγγελματική πιστοποίηση έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να παρουσιάσουν μια καλύτερη κατανόηση σχετικά με το άθλημα και τα απαιτήσεις του. Είναι επίσης πιθανό, ένας προπονητής που διαθέτει επαγγελματική και εκπαιδευτική κατάρτιση να είναι σε θέση να κατανοήσει καλύτερα τις ανάγκες του αθλητή και να λύσει ευκολότερα θέματα που ίσως να δημιουργούνται ειδικότερα σε υψηλότερα επίπεδα ανταγωνισμού. Μάλιστα, ένας αθλητής μπορεί να αντιδρά με καλύτερο τρόπο απέναντι σε έναν προπονητή όταν αντιλαμβάνεται πως έχει απέναντι του έναν άνθρωπο που έχει μεγαλύτερη γνώση και εμπειρία από αυτόν.  Εδώ βέβαια πρέπει να είμαστε προσεκτικοί γιατί ένας καλός προπονητής είναι αυτός ο οποίος ενημερώνεται συνεχώς σχετικά με το τι συμβαίνει στο άθλημα, αλλά και με κάθε αθλητή μέσα στην ομάδα ή τον σύλλογο. Πολλές φορές, προπονητές με μεγάλη εμπειρία αναφέρουν πως τα «έχουν δει όλα» και παρουσιάζουν μειωμένη ικανότητα στο να αντιληφτούν και να ανταποκριθούν στις ανάγκες των αθλητών. Η υπερβολική αυτοπεποίθηση οδηγεί σε λανθασμένες αντιλήψεις καθώς ο προπονητής δε δίνει την απαραίτητη προσοχή στις τρέχουσες και διαθέσιμες πληροφορίες.
Συνοψίζοντας μπορούμε να πούμε πως, τα βασικά εργαλεία για τη δημιουργία και διατήρηση μια ποιοτικής και αποτελεσματικής σχέσης ανάμεσα σε αθλητή και προπονητή είναι, η υψηλού επιπέδου επικοινωνία και η δέσμευση των δυο πλευρών σχετικά με την ανάληψη ευθυνών και στην επιτυχία αλλά την αποτυχία. Αθλητής και προπονητής χρειάζεται να καταβάλλουν προσπάθεια και να επενδύσουν χρόνο προκειμένου να πετύχουν το καλύτερο δυνατό.

Ελεάνα Κοκκίνη
Ψυχολόγος ΑΠΘ
Mental Performance Coach (MSc Sport and Exercise Psychology)

Πηγές:
Jowett, S. (2005). On repairing and enhancing the coach–athlete relationship. In S. Jowett & M. Jones (Eds.), The psychology of coaching. Leicester, UK: The British Psychological Society.
Jowett, S. (2009). Validating coach–athlete relationship measures with the nomological network. Measurement in Physical Education and Exercise Science, 13, 1–18. 
Jowett, S. & Cockerill, I.M. (2003). Olympic Medallists’ perspective of the athlete–coach relationship. Psychology of Sport and Exercise, 4: 313–331.
Jowett, S. & Meek, G.A. (2000a). A case study of a top-level coach–athlete dyad in crisis. Journal of Sport Sciences, 18, 51–52.